Διαμόρφωση του χώρου γύρω από την Ακρόπολη και τον Λόφο του Φιλοπάππου, 1954-1958 |
Αυτή είναι η ζωή του Έλληνα αρχιτέκτονα που διαμόρφωσε αριστοτεχνικά τον περιβάλλοντα χώρο του ομφαλού της Αθήνας. Σαν αυτόν τον μήνα στις 28 Αυγούστου το 1968 πεθαίνει στην Αθήνα
Ίσως σήμερα να μας φαίνεται αναπόσπαστο μέρος του ιερού λόφου της Ακρόπολης και να έχει γίνει με τα χρόνια ταυτόσημο της φυσιογνωμίας και της μορφολογίας της πόλης των Αθηνών, αλλά, αν οφείλουμε σε κάποιον τη -σχεδόν- ιδιοφυή διαμόρφωση και χάραξη οδών πρόσβασης των πεζών, τους σπειροειδείς διαδρόμους που οδηγούν στο σημαντικότερο μνημείο της ελληνικής αρχαιότητας, δεν είναι άλλος από τον εμπνευσμένο εικαστικό-αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη.
Στην ευλαβική του αφοσίωση στο φυσικό τοπίο και τη λαϊκή αρχιτεκτονική, από τις οποίες η σύγχρονη Ελλάδα είχε τη μεγάλη τύχη να ωφεληθεί, καθώς του έδωσε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει ένα όραμα εικαστικής σύλληψης που αφορούσε τον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο αλλά και τον γειτονικό περίπατο στον λόφο του Φιλοπάππου.
Όπως και τον ναΐσκο του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη, με το τουριστικό του περίπτερο. Έργα μεγάλης πνοής και στοχασμού για τα οποία έπρεπε να δώσει πολλές μάχες, έναν καθημερινό αγώνα ενάντια στη γραφειοκρατία και την ευθυνοφοβία, για να του παραχωρηθούν όλες οι εγγυήσεις ώστε να ολοκληρώσει το έργο του.
Διαμόρφωση του χώρου γύρω από την Ακρόπολη και τον Λόφο του Φιλοπάππου, 1954-1958. |
Διαμόρφωση του χώρου γύρω από την Ακρόπολη και τον Λόφο του Φιλοπάππου, 1954-1958: Κάτοψη κλιμακωτής ανόδου από την πλατεία στάθμευσης για την Ακρόπολη |
Από την ενότητα ΑΤΤΙΚΑ, 1940-1950: Χωρίς τίτλο, μελάνι σε χαρτί |
Από την ενότητα ΛΑΪΚΑ, 1940-1950: Χωρίς τίτλο, κολάζ και μικτή τεχνική σε χαρτί |
Συμμετέχει με τον βαθμό του λοχαγού στους Βαλκανικούς Πολέμους, αμέσως μετά ολοκληρώνει τις αρχιτεκτονικές του σπουδές και περνάει τις ώρες του είτε ζωγραφίζοντας αλά Σεζάν στις όχθες του Κηφισού στα Σεπόλια είτε σχεδιάζοντας τα σπίτια της Αίγινας. Συνδέεται φιλικά με τους Κόντογλου, Παπαλουκά, Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Τσαρούχη, Εγγονόπουλο, Διαμαντόπουλο και το 1923 κτίζει το πρώτο του σπίτι στις Τζιτζιφιές, για το οποίο ο Φώτος Πολίτης έγραψε ύμνους.
Το 1929 περνάει τρεις μήνες στη Χίο μελετώντας και καταγράφοντας την αρχιτεκτονική της. Με την επιστροφή του στην Αθήνα, αναλαμβάνει και ολοκληρώνει μερικά σημαντικά κτίσματα όπως η οικία Παπαϊωάννου στην οδό Μαρκορά, το περίφημο δημοτικό σχολείο στα Πευκάκια, στον Λυκαβηττό, και το θερινό θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη στην οδό Χέυδεν, το οποίο βασίζει στις αρχές του αρχαίου και ιαπωνικού θεάτρου και για το οποίο εν μέρει επικρίνεται. Σε συνεργασία με τον ζωγράφο Γεράσιμο Στέρη κάνει τα σκηνικά της πρώτης του παράστασης.
Εκκλησία Αγίου Δημήτριου Λουμπαρδιάρη και αναπαυτήριο, 1954-1958: Το πρόπυλο και η εκκλησία |
Το 1930 μονιμοποιείται στην έδρα Διακόσμησης του ΕΜΠ, θέση που διατηρούσε ως έκτακτος καθηγητής ήδη επί μια πενταετία. Φύση στοχαστική και ερευνητική, δεν ήταν ο τυπικός δάσκαλος που δίδασκε με προγραμματισμένη ύλη. Αντιθέτως, χρησιμοποιούσε τη σωκρατική μέθοδο της «μαιευτικής», βάζοντας τους μαθητές του να αναζητήσουν τις λύσεις μέσα στις ίδιες τους τις ιδέες και σκέψεις. Τα μαθήματα αυτά «παραδίδονταν» συχνά με ένα καφέ στο χέρι στο προαύλιο της σχολής. Πολλοί λίγοι φοιτητές μπορούσαν να ακολουθήσουν αυτό το είδος «περιπατητικής» διδασκαλίας. Οι ωριμότεροι βγήκαν αργότερα κερδισμένοι στην καριέρα τους. Εκείνα τα χρόνια, με προτροπή του συλλόγου «Ελληνική Λαϊκή Τέχνη», οργανώνει σειρά επισκέψεων σε παραδοσιακούς οικισμούς της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Το 1948, οι μελέτες που προέκυψαν από εκείνες τις εκδρομές στα αρχοντικά της Καστοριάς αλλά και της Ζαγοράς θα βραβεύονταν από την Ακαδημία Αθηνών.
Όταν το 1935 χτίζει το Πειραματικό Σχολείο Θεσσαλονίκης, οραματιζόμενος τον μακεδονικό τύπο, έχει ήδη στραφεί σε μια νέα προσέγγιση της δουλειάς του, τον συνδυασμό εθνικής ταυτότητας και οικουμενικού πνεύματος. Χάρη σε αυτήν τη νέα αντίληψη, θα εκπονούσε τα επόμενα χρόνια σπίτια όπως αυτό της γλύπτριας Φρόσως Ευθυμιάδη, την έπαυλη Άνω Φιλοθέης, το «Ξενία» των Δελφών, τα σπίτια του Συνοικισμού Αιξωνής, για να αναφερθούμε σε μερικά από τα χαρακτηριστικότερα. Πολλοί, πάντως, δεν συγκινούνται από τις εμμονές του. Συχνά κατηγορείται για μορφοκρατία και ρομαντικό τοπικισμό, χωρίς βέβαια ο ίδιος να πτοείται. Παρόλο που όλο και πιο πολύ παραδιδόταν στη βυζαντινο-ανατολική του ταυτότητα, απορρίπτοντας τη δυτική, έκρινε ότι ένα πάντρεμα παραδοσιακής φόρμας και σύγχρονων -επιλεκτικά- εφαρμογών ήταν η ιδανική λύση για μια σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική. Κι αυτό ακολούθησε εντέλει. Με τον Γκίκα εκδίδουν το περιοδικό «Το τρίτο μάτι», στο οποίο δημοσιεύει τα περισσότερα από τα κείμενά του περί αισθητικής και άλλων, ενώ δεν παύει να ζωγραφίζει. Eπαγγελματικά, όμως, είχε ολοκληρωτικά και οριστικά αποπροσανατολιστεί. Τη ζωγραφική του την οργανώνει σε θεματικές όπως Βυζαντινά, Αττικά, Αριάδνες, Νεφέλες, Λαϊκά, και έτσι καταχωρούνται στην εικαστική κοινότητα, παρόλο που πολλά από τα έργα του παρέμειναν στην κρυφή πλευρά της δημιουργικότητάς του. Το 1943 αναγορεύεται τακτικός καθηγητής στο ΕΜΠ και τρία χρόνια αργότερα γίνεται επικεφαλής εκπόνησης σχεδίου λαϊκών πολυκατοικιών σε Πειραιά και Λαμία. Την ίδια εποχή μελετά προβλήματα ανοικοδόμησης της Ρόδου και των Δωδεκανήσων.
Μετά την ολοκλήρωση και παράδοση του περιβάλλοντος χώρου της Ακρόπολης παραιτείται -ύστερα από τριάντα πέντε χρόνια γόνιμης συνεισφοράς του- από το Πολυτεχνείο κι εκλέγεται πρόεδρος Κομητείας Τοπίου. Και έναν χρόνο μετά, το 1961, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου. Ακολουθούν, σε συνεργασία με τον γιο του Πέτρο και τον Αθανάσιο Κουτσογιάννη, ο Παιδικός Κήπος Φιλοθέης, το Δημαρχείο Βόλου, το Ανώτερο Εκκλησιαστικό Φροντιστήριο Τήνου, η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου Αγίου Ιωάννη των Ρώσων στο Προκόπι Ευβοίας και πολλά άλλα! Το 1966 εκλέγεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στην έδρα της Αρχιτεκτονικής. Πεθαίνει το 1968 κι ενώ η πολιτεία όφειλε να προστατεύσει το έργο του, πολλά από τα θαυμάσια επιτεύγματά του η τυπική ελληνική αδιαφορία και αυθαιρεσία τα έχει αφήσει στη μοίρα τους. Η παρακμή και η φθορά είναι εμφανέστατες τόσο στο τουριστικό περίπτερο στον Άγιο Δημήτριο Λουμπαρδιάρη όσο και στο Σχολείο στο Λυκαβηττό. Ως συνήθως, δεν υπήρξε ο απαραίτητος σεβασμός όχι μόνο στη μνήμη του δημιουργού τους αλλά, ακόμα περισσότερο, στην ίδια την ιστορία του τόπου...
Ο Δημήτρης Πικιώνης με τα παιδιά του Ινώ, Ίωνα, Τάσο και Πέτρο στην Αίγινα, περ. 1937. |
Αδημοσίευτο, 1948
«Η αρχιτεκτονική, όπως κάθε ποίηση, δεν είναι μια ενεργητικότητα αποκομμένη από τη σύνολη πνευματικότητα και που μπορεί γι' αυτό να παράγεται μόνο μέσα στα στενά όρια της περιοχής της. Η καταβολή της ιδιαίτερης για κάθε τέχνη μελέτης και πολύμοχθης άσκησης είναι αυτονόητη. Μα το πνεύμα της το καθορίζει και το κυβερνάει η κοσμοθεωρητική σύλληψη που έχει καταρτίσει ο καλλιτέχνης μέσα του. Η Τέχνη, μ' άλλους λόγους, είναι ομόλογη των ανθρώπινων ιδεωδών».
Περιοδικό «Αιξωνή», Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1952
Ιούλιος Πολυδεύκης υπήρξε Έλληνας ρήτορας, σοφιστής, φιλόσοφος, λεξικογράφος και γραμματικός που άκμασε περί το 180 μ.Χ.. Γεννήθηκε στην Ναύκρατη της Αιγύπτου. |
«Η Λαϊκή μας Τέχνη κι εμείς», Περ. «Φιλική Εταιρία», Απρίλης 1925
www.lifo.gr. / Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο αφιέρωμα της LIFO στην Ακρόπολη το 2009