28/3/11

Ψυχοπαθολογία .............Οι ψυχώσεις




Οι ψυχώσεις είναι ένας τύπος ψυχολογικών διαταραχών, στις οποίες διαταράσσεται ριζικά η επαφή με την πραγματικότητα (δηλαδή η ικανότητα να αντιλαμβάνεται, να επεξεργάζεται και να αντιδρά κανείς με προσαρμοστικό τρόπο στα περιβαλλοντικά ερεθίσματα), σε τέτοιο βαθμό που το άτομο δεν μπορεί να λειτουργήσει στην καθημερινότητά του.
Στο DSM-IV γίνεται αναφορά στις παρακάτω ψυχωσικές διαταραχές:
        Σχιζοφρένεια
        Σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή
        Βραχεία ψυχωτική διαταραχή
        Σχιζοσυναισθηματική διαταραχή
        Ψυχωτική διαταραχή οφειλόμενη σε γενική ιατρική κατάσταση
        Ψυχωτική διαταραχή προκαλούμενη από ουσίες
        Παραληρητική διαταραχή

        Επινεμόμενη ψυχωτική διαταραχή (folie à deux)
        Ψυχωτική διαταραχή μη προσδιοριζόμενη αλλιώς
Σχιζοφρένεια
Ο όρος σχιζοφρένεια περιγράφει μια ομάδα ψυχώσεων που χαρακτηρίζονται από μείωση της λειτουργικότητας με σοβαρή διαστρέβλωση της διαδικασίας της σκέψης, της αντίληψης και της διάθεσης, περίεργη συμπεριφορά και κοινωνική απόσυρση.
Περίπου 1-2% των ανθρώπων έχουν συμπτώματα σχιζοφρένειας.
Εμφανίζεται σε περίπου ίδια αναλογία στα δύο φύλα με λίγο πιο πρώιμη  έναρξη στους άντρες.
Η συννοσηρότητα με την κατάχρηση ουσιών είναι υψηλή (περίπου στο 50%).
Emil Kraepelin (1896): dementia praecox (πρώιμος νοητικός εκφυλισμός)

Eugene Bleuler (1911): σχιζοφρένεια (σχίζω και φρένας), με χαρακτηριστικό τη διάσχιση ανάμεσα στις διάφορες ψυχικές λειτουργίες
Τα διαγνωστικά κριτήρια για τη σχιζοφρένεια κατά DSM-IV είναι τα εξής:
         παραληρητικές ιδέες
         ψευδαισθήσεις
         αποδιοργανωμένος λόγος
         αρνητικά συμπτώματα
         έντονα αποδιοργανωμένη συμπεριφορά
Η διάγνωση της σχιζοφρένειας δίνεται στην περίπτωση που το άτομο εμφανίσει τουλάχιστον δύο από τα παραπάνω συμπτώματα τον τελευταίο μήνα, και έχει υπάρξει φανερά διαταραγμένος για τουλάχιστον 6 μήνες.

Εάν τα συμπτώματα έχουν διαρκέσει για λιγότερο από 6 μήνες, τότε δίνεται η διάγνωση της σχιζοφρενικόμορφης διαταραχής ή της βραχείας ψυχωσικής διαταραχής.
Σε αντίθεση με τις περισσότερες διαγνώσεις, δεν υπάρχουν απαραίτητα συμπτώματα για τη διάγνωση της σχιζοφρένειας.
Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι με διάγνωση σχιζοφρένειας διαφέρουν περισσότερο μεταξύ τους από ό,τι αυτοί με άλλες διαγνώσεις.
Τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας διακρίνονται σε θετικά συμπτώματα, σε αρνητικά συμπτώματα και σε συμπτώματα αποδιοργάνωσης.
Στα θετικά συμπτώματα συμπεριλαμβάνονται οι παραληρητικές ιδέες και οι διαταραχές της αντίληψης.
Στα αρνητικά συμπτώματα συμπεριλαμβάνονται  συμπεριφορικά ελλείμματα όπως είναι το επίπεδο ή αμβλύ συναίσθημα, η απάθεια, η αλογία, η ανηδονία και τα προβλήματα στη διαπροσωπική λειτουργικότητα.
Στα συμπτώματα της αποδιοργάνωσης συμπεριλαμβάνονται συμπτώματα αποδιοργάνωσης του λόγου και της συμπεριφοράς.
Ο όρος «παραληρητικές ιδέες» αναφέρεται σε ισχυρές πεποιθήσεις οι οποίες δεν έχουν βάση στην πραγματικότητα.

Περίπου το 50% των ατόμων με διάγνωση σχιζοφρένειας αναφέρουν παραληρητικές ιδέες, αλλά οι παραληρητικές ιδέες δεν αποτελούν αποκλειστικά σύμπτωμα της σχιζοφρένειας. 

Παραληρητικές ιδέες
Ο όρος «παραληρητικές ιδέες» αναφέρεται σε ισχυρές πεποιθήσεις οι οποίες δεν έχουν βάση στην πραγματικότητα.

Περίπου το 50% των ατόμων με διάγνωση σχιζοφρένειας αναφέρουν παραληρητικές ιδέες, αλλά οι παραληρητικές ιδέες δεν αποτελούν αποκλειστικά σύμπτωμα της σχιζοφρένειας. 

Οι περισσότερες παραληρητικές ιδέες ανήκουν σε κάποια από τις παρακάτω κατηγορίες:
Παραληρητικές ιδέες καταδίωξης
Παραληρητικές ιδέες ελέγχου (ή επιρροής): εκπομπή σκέψεων,
            προσθήκη σκέψεων,
            απόσυρση σκέψεων
Παραληρητικές ιδέες αναφοράς
Παραληρητικές ιδέες μεγαλείου
Παραληρητικές ιδέες αμαρτίας και ενοχής
Υποχονδριακές παραληρητικές ιδέες
Παραληρητικές ιδέες καταστροφής

Διαταραχές της αντίληψης
Στις διαταραχές της αντίληψης το άτομο  αναφέρει ότι οξύνονται και αλλάζουν οι αισθήσεις τους. Για παράδειγμα αποπροσωποποίηση  ή αποπραγματοποίηση.

Οι ψευδαισθήσεις είναι οι πιο ακραίες διαστρεβλώσεις της αντίληψης: είναι αισθητηριακές αισθήσεις χωρίς να υπάρχει αντίστοιχο περιβαλλοντικό ερέθισμα.
Πιο συχνά έχουν τη μορφή ακουστικών ψευδαισθήσεων, και λιγότερο συχνά είναι οπτικές ψευδαισθήσεις.

Αρνητικά συμπτώματα
Στα  αρνητικά συμπτώματα συμπεριλαμβάνονται το επίπεδο ή αμβλύ συναίσθημα, η απάθεια, η αλογία, η ανηδονία και τα προβλήματα στη διαπροσωπική λειτουργικότητα.

Όταν εξετάζουμε τα αρνητικά συμπτώματα είναι σημαντικό να διακρίνονται από τις παρενέργειες των αντιψυχωσικών φαρμάκων.
Αμβλύ συναίσθημα (όπου το άτομο δείχνει λίγο συναίσθημα) ή επίπεδο συναίσθημα (όπου το άτομο δεν εκφράζει κανένα συναίσθημα). Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτή η συναισθηματική φτώχεια αφορά την έκφραση και όχι αναγκαστικά και το βίωμα των συναισθημάτων.
Ανηδονία: η έλλειψη ικανότητας να παίρνει κανείς ευχαρίστηση από ενέργειες οι οποίες είναι συνήθως ευχάριστες. Εκφράζεται με έλλειψη ενδιαφέροντος για  διασκέδαση, για σχέσεις με άλλους ανθρώπους και για σεξουαλικές σχέσεις.
Απάθεια: η έλλειψη ενέργειας και μια φαινομενική έλλειψη ενδιαφέροντος για καθημερινές λειτουργίες, όπως π.χ. το πλύσιμο, το ντύσιμο κ.λπ.
Κοινωνική απόσυρση και έλλειψη κοινωνικότητας: πολλοί άνθρωποι με διάγνωση σχιζοφρένειας είναι ιδιαίτερα αποσυρμένοι κοινωνικά, έχουν λίγους φίλους, δεν έχουν πολλές κοινωνικές δεξιότητες και δείχνουν ελάχιστο ενδιαφέρον να είναι με άλλους ανθρώπους.
Αλογία: αρνητική διαταραχή σκέψης, που παρουσιάζεται με τη μορφή είτε φτωχού λόγου (το άτομο δεν μιλά) είτε και φτωχού περιεχομένου του λόγου (ο λόγος είναι ασαφής, με επαναλήψεις, δεν μεταφέρει πληροφορίες).

Συμπτώματα αποδιοργάνωσης
Αποδιοργανωμένος λόγος: (ή διαταραχή της σκέψης) αναφέρεται σε προβλήματα οργάνωσης των σκέψεων και του λόγου, ώστε να μπορεί ο συνομιλητές να κατανοήσει τι του λέει το άτομο με τη διάγνωση της σχιζοφρένειας. Ο λόγος μπορεί να μην έχει συνοχή, να έχει πολύ χαλαρούς συνειρμούς τους οποίους το άτομο ακολουθεί και «χάνεται».
Σε κάποιες παρουσιάζεται χάλαση συνειρμών (ή εκτροχιασμό της σκέψης). Άλλες φορές ο λόγος φαίνεται να μην έχει κανέναν ειρμό, στο βαθμό που ο ακροατής δεν μπορεί να διακρίνει καμία σύνδεση ανάμεσα στις λέξεις: «σαλάτα λέξεων».
Νεολογισμοί, όπου χρησιμοποιούνται νέες λέξεις (οι οποίες συχνά συντίθεται από δύο διαφορετικές λέξεις).
Αποδιοργάνωση της συμπεριφοράς: τ άτομα δείχνουν να χάνουν την ικανότητα να οργανώσουν τη συμπεριφορά τους και να τη συμμορφώσουν με τα κριτήρια της κοινότητας στην οποία ζουν. Επιπλέον, δυσκολεύονται να ανταποκριθούν σε υποχρεώσεις της καθημερινής ζωής.

Άλλα συμπτώματα της σχιζοφρένειας
Κατατονία: μία σειρά κινητικών ανωμαλιών.
            Τα άτομα  μπορεί να κάνουν διαρκώς χειρονομίες.
            Κάποιοι  παρουσιάζουν ασυνήθιστη αύξηση στο συνολικό επίπεδο της δραστηριότητάς τους
            Κατατονική ακινησία: οι ασθενείς υιοθετούν ασυνήθιστες σωματικές στάσεις και τις διατηρούν για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα.
            Κάποιοι παρουσιάζουν κηρώδη ευκαμψία.
Απρόσφορο Συναίσθημα: συναισθηματικές αντιδράσεις που δεν ανταποκρίνονται στο πλαίσιο. Μπορεί να παρουσιάζουν ραγδαίες εναλλαγές από το ένα συναίσθημα στο άλλο, χωρίς κάποιον ευδιάκριτο λόγο. Το σύμπτωμα αυτό είναι αρκετά σπάνιο και απαντάται σχεδόν αποκλειστικά στη σχιζοφρένεια.

Υποκατηγορίες της σχιζοφρένειας
Η σχιζοφρένεια αποδιοργανωμένου τύπου χαρακτηρίζεται από αποδιοργανωμένο λόγο, χωρίς εμφανή συνοχή ή λογική, νεολογισμούς και ακατάλληλο και ξαφνικά εναλλασσόμενο συναίσθημα.
Η σχιζοφρένεια κατατονικού τύπου χαρακτηρίζεται από κατατονικά συμπτώματα, και οι ασθενείς συνήθως εναλλάσσονται απότομα ανάμεσα στην κατατονική ακινησία και σε έντονη διέγερση και κινητικότητα. Σήμερα, αυτή η διάγνωση είναι σχετικά σπάνια.
Η σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου είναι η πιο συχνή διάγνωση της σχιζοφρένειας. Χαρακτηρίζεται από την παρουσία έντονων παραληρητικών ιδεών καταδίωξης και μεγαλομανίας.
Η σχιζοφρένεια μη-διαφοροποιημένου τύπου:  μια μεικτή κατηγορία
Η σχιζοφρένεια υπολειμματικού τύπου αναφέρεται στα άτομα που έχουν περάσει την ενεργό φάση.

Η χρησιμότητα αυτών των υποκατηγοριών της σχιζοφρένειας έχει αμφισβητηθεί γιατί
(α) η διαφοροδιάγνωση είναι πολύ δύσκολη και συνεπώς υπάρχει χαμηλή αξιοπιστία στη διάγνωση και
(β) δε δείχνει να έχει κάποια προβλεπτική χρησιμότητα.

Πιο πρόσφατα έχει προταθεί ότι η διάγνωση της σχιζοφρένειας θα μπορούσε να βασιστεί σε κάποιες διαστάσεις της σχιζοφρένειας.
         Διαδικαστική– αντιδραστική σχιζοφρένεια (καλή-φτωχή προνοσηρή προσαρμογή)

         Παρανοϊκή – μη-παρανοϊκή διάσταση: σχετίζεται με την προνοσηρή προσαρμογή (τα άτομα που έχουν παρανοϊκές παραληρητικές ιδέες τείνουν να έχουν καλύτερη προνοσηρή προσαρμογή, αργότερη έναρξη και καλύτερη πρόγνωση.
         Θετικά-αρνητικά συμπτώματα:  η διάσταση  που έχει μελετηθεί περισσότερο. Τα άτομα με αρνητικά συμπτώματα τείνουν να έχουν χειρότερη προνοσηρή προσαρμογή, τα συμπτώματά τείνουν να έχουν πιο πρώιμη  έναρξη και  έχουν χειρότερη πρόγνωση.
Έχουν προταθεί δύο διακριτοί τύποι σχιζοφρένειας
τύπος Ι: χαρακτηρίζεται από θετικά συμπτώματα και  αντιδρά στη φαρμακοθεραπεία
τύπος ΙΙ: χαρακτηρίζεται από τα αρνητικά συμπτώματα και δεν ανταποκρίνεται τόσο καλά στη φαρμακοθεραπεία.
Πρόσφατα έχει προταθεί και μια τρίτη υποομάδα συμπτωμάτων το λεγόμενο αποδιοργανωμένο μοτίβο


Η πορεία της σχιζοφρένειας
Η σχιζοφρένεια συχνά ακολουθεί μία πορεία με 3 φάσεις: 
Η πρόδρομη φάση: η εμφάνιση της σχιζοφρένειας συνήθως γίνεται στα μετεφηβικά χρόνια και συχνά η λειτουργικότητα του ατόμου μειώνεται σταδιακά.
Η ενεργός φάση: Σε αυτή τη φάση το άτομο παρουσιάζει τα βασικά ψυχωσικά συμπτώματα. Αυτή η φάση μπορεί να κρατήσει κάποιες εβδομάδες η και απροσδιόριστο χρόνο.
Η υπολειμματική φάση: στις περισσότερες περιπτώσεις η ανάρρωση είναι σταδιακή. Σε κάποιες περιπτώσεις η υπολειμματική φάση καταλήγει στην επιστροφή στη φυσιολογική λειτουργία, «πλήρης ύφεση», αν και αυτή δεν είναι η συνήθης πορεία.
Διαχρονικές έρευνες δείχνουν ότι περίπου το 10% των ατόμων παραμένουν σε ενεργό σχιζοφρένεια, το 25% επιστρέφουν σε πλήρη λειτουργικότητα, και το 50-65% ταλαντευόταν ανάμεσα σε υπολειμματικές και σε ενεργές φάσεις, συχνά με ολοένα και μειωμένη λειτουργικότητα στις υπολειμματικές φάσεις. Ψυχοπιεστικά γεγονότα ζωής λειτουργούν ως εκλυτικοί παράγοντες.

Θεωρίες αιτιολογίας της σχιζοφρένειας
Δυσκολίες στη μελέτη της σχιζοφρένειας
Οι περισσότεροι άνθρωποι με διάγνωση σχιζοφρένειας (α) νοσηλεύονται, και (β) παίρνουν αντιψυχωσικά φάρμακα.
Συνεπώς, κάθε διαφορά με τις ομάδες ελέγχου μπορεί να είναι αποτέλεσμα της φαρμακοθεραπείας ή της νοσηλείας και, πολύ περισσότερο, της ασυλοποίησης.
Επιπλέον, οι ερευνητές δε συμφωνούν στο τι συνιστά τη βασική παθολογία της σχιζοφρένειας, δηλαδή ποια είναι τα πρωτογενή συμπτώματα και ποια είναι δευτερογενή, π.χ. η κοινωνική απόσυρση είναι αποτέλεσμα της διαταραχής της σκέψης ή είναι η πρωτογενής παθολογία; 
.
Όλοι οι ερευνητές συμφωνούν ότι η σχιζοφρένεια δεν έχει μόνο μια αιτία, και οι περισσότεροι χρησιμοποιούν ένα μοντέλο προδιάθεσης και στρες, τονίζοντας ο καθένας τον πόλο που βρίσκεται πιο κοντά στις πεποιθήσεις και στα ενδιαφέροντά του.
Σήμερα, η κυρίαρχη άποψη για την αιτιοπαθογένεια της σχιζοφρένειας είναι ότι έχει μια οργανική/ κληρονομική βάση, η οποία όμως ενεργοποιείται μέσα σε ιδιαίτερα ψυχοπιεστικές συνθήκες.

Βασικές μέθοδοι έρευνας στη γενετική της συμπεριφοράς
Η μέθοδος των οικογενειών μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διερεύνηση της γενετικής προδιάθεσης ανάμεσα σε μέλη μιας οικογένειας, επειδή ο μέσος αριθμός των γονιδίων που μοιράζονται δύο εξ αίματος συγγενείς είναι γνωστός.
Αν υπάρχει κληρονομική προδιάθεση για κάποια ψυχική διαταραχή, η έρευνα πρέπει να αναδείξει μία σχέση μεταξύ του αριθμού των κοινών γονιδίων και της συμπτωτικότητας της διαταραχής στους συγγενείς. 

Αρχικά συγκεντρώνεται ένα δείγμα ατόμων που έχουν την διάγνωση που θέλουμε να μελετήσουμε.
Στη συνέχεια, διερευνώνται οι συγγενείς τους, προκειμένου να καθοριστεί η συχνότητα με την οποία η ίδια διάγνωση ισχύει και γι αυτούς.

Στη σχιζοφρένεια: περίπου το 10 τοις εκατό των συγγενών πρώτου βαθμού των ενδεικτικών περιπτώσεων με σχιζοφρένεια διαγιγνώσκεται με τη διαταραχή, σε σύγκριση με το περίπου 1 τοις εκατό του γενικού πληθυσμού.
Τα αρνητικά συμπτώματα παρουσιάζουν μεγαλύτερη συμπτωτικότητα.
Οι συγγενείς των ασθενών με σχιζοφρένεια διατρέχουν υψηλό κίνδυνο και άλλων διαταραχών (π.χ. σχιζότυπη διαταραχή της προσωπικότητας) που θεωρείται ότι αποτελούν λιγότερο σοβαρές μορφές σχιζοφρένειας

Στη μέθοδο των διδύμων συγκρίνονται μεταξύ τους μονοζυγωτικοί (ΜΖ) όσο και διζυγωτικοί (ΔΖ) δίδυμοι και γίνεται σύγκριση της συμπτωτικότητάς του.
 Αρχικά  εξετάζεται το μέλος του ζεύγους για το οποίο υπάρχει διάγνωση και έπειτα εξετάζεται εάν η διαταραχή είναι παρούσα και στον άλλο δίδυμο.
Όταν η συμπτωτικότητα στα ΜΖ ζεύγη είναι υψηλότερη από ό,τι στα ΔΖ ζεύγη, θεωρείται ότι το υπό μελέτη χαρακτηριστικό κληρονομείται.

Στη σχιζοφρένεια: για τους  ΜΖ διδύμους η συμπτωτικότητα είναι 44.3% ενώ για τους ΔΖ διδύμους είναι 12.08%.
Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις ότι τα αρνητικά συμπτώματα επηρρεάζονται περισσότερο από την κληρονομικότητα, από ό,τι τα θετικά συμπτώματα.
Οι ΜΖ δίδυμοι, ακόμη και αν έχουν μεγαλώσει χωριστά, έχουν μοιραστεί το προγεννητικό περιβάλλον. Μια έρευνα βρήκε ότι η συμπτωτικότητα ανάμεσα σε ΜΖ διδύμους που μοιραζόταν τον ίδιο πλακούντα ήταν διπλάσια από αυτή σε ΜΖ διδύμους που είχαν διαφορετικούς πλακούντες.

Η μέθοδος των υιοθετημένων μελετά παιδιά που υιοθετήθηκαν και ανατράφηκαν εξ αρχής μακριά από τους βιολογικούς τους γονείς. Αυτή η μέθοδος έχει το πλεονέκτημα ότι εξαλείφει την επίδραση του να μεγαλώνει κανείς με γονείς που έχουν κάποια διαταραχή.
Μελέτες με ΜΖ διδύμους που έχουν ανατραφεί εξ αρχής μακριά ο ένας από τον άλλον θα ήταν επίσης πολύτιμες, αλλά αυτή η συνθήκη προκύπτει τόσο σπάνια, που δεν υπάρχουν τέτοιες έρευνες στη μελέτη της ψυχοπαθολογίας.
Στη σχιζοφρένεια: Τα παιδιά σχιζοφρενών μητέρων τα οποία μεγάλωσαν σε θετές οικογένειες είχαν περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με σχιζοφρένεια από ό,τι ομάδα ελέγχου.

 Heston (1966):  47 υιοθετημένα άτομα, τα οποία είχαν μητέρα με διάγνωση σχιζοφρένειας. Συγκρίνοντας με μια ομάδα ελέγχου 50 υιοθετημένων ατόμων βρέθηκε ότι το 16.6 % των παιδιών των σχιζοφρενών μητέρων διαγνώσθηκαν  (από «τυφλούς» κριτές) με σχιζοφρένεια, ενώ κανένα από τα άτομα στην ομάδα ελέγχου.
Rosenthal και συν. στη Δανία από τη δεκαετία του 1960 και μετά. Βρέθηκε ότι από 76 υιοθετημένα άτομα, των οποίων ο ένας γονιός είχε διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια, το 19% είχε διάγνωση σχιζοφρένειας, σε σύγκριση με το 10% στην ομάδα ελέγχου, ενώ το 28% είχε σχιζοφρενικά χαρακτηριστικά.

Mednick & Schulzinger, στις ΗΠΑ, από τη δεκαετία του 1960: 200 παιδιά μητέρων με διάγνωση σχιζοφρένειας. Στα 1989 το 16% αυτών εμφάνισε σχιζοφρένεια και το 16,5% κάποια διαταραχή στο σχιζοφρενικό φάσμα (κυρίως σχιζότυπη διαταραχή). Στην ομάδα ελέγχου, από την άλλη μεριά, το 2% εμφάνισε  σχιζοφρένεια και το 6% κάποια διαταραχή στο σχιζοφρενικό φάσμα.

Βιοχημικοί παράγοντες
Η υπόθεση της ντοπαμίνης
Ενδείξεις:  τα φάρμακα που έχουν μια θεραπευτική δράση στη σχιζοφρένεια (φενοδιαζίνες) επιδρούν στη δραστηριότητα της ντοπαμίνης.
Επίσης, προκαλούν  συμπτώματα της νόσου του Parkinson, η οποία θεωρείται ότι προκαλείται από χαμηλά επίπεδα ντοπαμίνης.
Έμμεσες ενδείξεις για αυτήν την υπόθεση υπάρχουν και από τη μελέτη της ψύχωσης που προκαλείται από τις αμφεταμίνες, οι οποίες επιδρούν με τη δράση της ντοπαμίνης.
Σήμερα, θεωρείται ότι η σχιζοφρένεια σχετίζεται με μια υπερευαισθησία ενός τύπου υποδοχέων της ντοπαμίνης (d2). Η υπόθεση φαίνεται να σχετίζεται περισσότερο με τα θετικά παρά με τα αρνητικά συμπτώματα.

Όμως, η υπόθεση της ντοπαμίνης δεν μπορεί να εξηγήσει κάποια από τα στοιχεία, όπως:
η φαρμακολογική δράση των φενοθιαζινών είναι πολύ ταχύτερη από την αλλαγή στα συμπτώματα
το επίπεδο της ντοπαμίνης πρέπει να μειωθεί κάτω του φυσιολογικού για να υπάρξει θεραπευτική αλλαγή, κάτι που οδηγεί σε παρενέργειες,  συμπτώματα της νόσου του Parkinson
τα νεότερα αντιψυχωσικά φάρμακα επιδρούν σε άλλους νευροδιαβιβαστές όπως η σεροτονίνη.

Εγκέφαλος και σχιζοφρένεια
Οι καλύτερα τεκμηριωμένες εγκεφαλικές ανωμαλίες που εντοπίζονται στη σχιζοφρένεια:
Διευρυμένες Κοιλίες  Υπάρχουν ενδείξεις από διαφορετικές έρευνες ότι οι ασθενείς αυτοί παρουσιάζουν διευρυμένες κοιλίες, γεγονός που υποδεικνύει ότι υπάρχει απώλεια εγκεφαλικών κυττάρων, αν και υπάρχουν και αντιφατικά ευρήματα.
            Όμως, ο βαθμός στον οποίο διευρύνονται οι κοιλίες είναι μέτριος και πολλοί ασθενείς δεν διαφέρουν από τα άτομα που δεν έχουν σχιζοφρένεια. Επιπλέον, οι διευρυμένες κοιλίες δεν χαρακτηρίζουν  μόνο τη σχιζοφρένεια.

Προμετωπιαίος Φλοιός  Μία ποικιλία δεδομένων δείχνει ότι ο προμετωπιαίος φλοιός είναι ιδιαίτερα σημαντικός στη σχιζοφρένεια, και ειδικότερα η μειωμένη ενεργοποίηση της περιοχής αυτής.

Η ιογενής υπόθεση
Η ιογενής υπόθεση για τη σχιζοφρένεια υποστηρίζει ότι η σχιζοφρένεια μπορεί να είναι, εν μέρει, αποτέλεσμα λοίμωξης  από έναν αργά αναπτυσσόμενο ιό, ο οποίος δρα συνεργατικά με μια γενετική προδιάθεση.
Υπάρχουν  στοιχεία ότι  τα άτομα με σχιζοφρένεια έχουν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να έχουν γεννηθεί το χειμώνα.
Επίσης, μια μεγάλη διαχρονική μελέτη που ακολούθησε τα άτομα που είχαν εκτεθεί προγεννητικά σε μια μεγάλη επιδημία γρίπης στη Φινλανδία το 1957, βρήκε ότι αυτοί οι οποίοι εκτέθηκαν στον ιό στο δεύτερο τρίμηνο της κύησης είχαν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν σχιζοφρένεια.

Βιολογικές θεραπείες και φαρμακοθεραπεία
Βιολογικές θεραπείες
Παλιότερες βιολογικές θεραπείες συμπεριλάμβαναν θεραπεία με σοκ ινσουλίνης, ηλεκτροσπασμοθεραπεία και λοβοτομή.

Φαρμακοθεραπεία
Ίσως η πιο σημαντική αλλαγή στη θεραπεία της σχιζοφρένειας ήταν η ανακάλυψη ότι οι φαινοθειαζίνες, και αρχικά η χλωροπρομαζίνη (Largactil) έχουν σημαντική επίδραση στα συμπτώματα της σχιζοφρένειας. Μέχρι το 1970 πάνω από το 85% των ασθενών με διάγνωση σχιζοφρένειας έπαιρναν χλωροπρομαζίνη ή κάποια άλλη φαινοθειαζίνη.
.
Άλλα αντιψυχωτικά είναι οι βουτυροφαινόνες (π.χ. Αλοπεριδόλη/ Aloperidin) και οι θειοξανθίνες (π.χ. Θειοθιξένη/ Navane).
Αυτές οι κατηγορίες φαρμάκων συχνά  μειώνουν τα συμπτώματα αποδιοργάνωσης και τα θετικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας, αλλά έχουν ελάχιστη ή μηδαμινή επίδραση στα αρνητικά συμπτώματα.
Όμως, περίπου το 30 % των ασθενών με σχιζοφρένεια δεν ανταποκρίνεται θετικά στα παραδοσιακά αντιψυχωτικά.
Επίσης, περίπου το 50% των ασθενών σταματούν τη λήψη των αντιψυχωτικών μετά τον ένα χρόνο, ενώ έως και το 75% νωρίτερα από τα δύο χρόνια, επειδή οι παρενέργειες που προκαλούν είναι πολύ δυσάρεστες.
Τα αντιψυχωτικά έχουν μειώσει σημαντικά τη μακροχρόνια νοσηλεία, αλλά έχουν εισαγάγει το φαινόμενο της «περιστρεφόμενης πόρτας».

Τα Άτυπα Αντιψυχωτικά Φάρμακα
Τα τελευταία 15 χρόνια αναπτύχθηκαν νέα αντιψυχωτικά φάρμακα, π.χ. η  κλοζαπίνη (Leponex), η ολανζαπίνη (Zyprexa) και η ρισπεριδόνη (Risperdal).
Θεωρείται ότι προκαλούν λιγότερες παρενέργειες  ενώ φαίνεται να είναι εξίσου αποτελεσματικά με τα παραδοσιακά αντιψυχωτικά στη μείωση των θετικών συμπτωμάτων και των συμπτωμάτων αποδιοργάνωσης. Παρόλα αυτά και αυτά έχουν σοβαρές παρενέργειες και δεν μειώνουν τα αρνητικά συμπτώματα.

Η συμπεριφορική οπτική
Κατά τη συμπεριφορική προσέγγιση, τα άτομα με διάγνωση σχιζοφρένειας δεν έχουν μάθει, λόγω διαταραγμένης οικογενειακής ζωής, να αντιδρούν στα κοινωνικά ερεθίσματα. Ως συνέπεια,  απομονώνονται, αποκτούν πιο περίεργη συμπεριφορά, η οποία με τη σειρά της ενισχύεται (π.χ. μέσα από την προσοχή, τη φροντίδα ή την απαλλαγή από διάφορες ευθύνες).
Σήμερα, οι περισσότεροι θεωρητικοί της συμπεριφορικής οπτικής θεωρούν ότι η σχιζοφρένεια έχει βιολογική αιτία και το έργο τους εστιάζεται στη χρήση συμπεριφορικών στρατηγικών για τη μείωση των συμπτωμάτων και την αύξηση επιθυμητής συμπεριφοράς (σύστημα ανταλλάξιμων αμοιβών).

Εκπαίδευση σε Κοινωνικές Δεξιότητες 
Η εκπαίδευση σε κοινωνικές δεξιότητες έχει στόχο να διδάξει στα άτομα με σχιζοφρένεια πώς να διαχειρίζονται διάφορες  διαπροσωπικές  καταστάσεις.
Η εκπαίδευση σε κοινωνικές δεξιότητες, μπορεί να περιλαμβάνει παιχνίδι ρόλων, μίμηση προτύπου και θετική ενίσχυση διαφόρων δεξιοτήτων που απαιτούνται σε διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις
Οι έρευνες δείχνουν ότι οι ασθενείς με σχιζοφρένεια μπορούν να εκπαιδευτούν σε νέες κοινωνικές συμπεριφορές που συμβάλλουν στη μείωση των υποτροπών και τους βοηθούν να αποκτήσουν καλύτερη κοινωνική λειτουργικότητα και ποιότητα ζωής

Η Γνωστική οπτική

Οι περισσότεροι ερευνητές από την οπτική της γνωστικής προσέγγισης στη σχιζοφρένεια εστιάζονται στη διαταραχή της προσοχής που περιγράφουν πολλά άτομα με διάγνωση σχιζοφρένειας, και οι οποία θεωρείται από πολλούς ότι αποτελεί την πρωτογενή παθολογία στη διαταραχή αυτή.
Αυτή η διαταραχή στην προσοχή θεωρείται ότι δυσκολεύει το άτομο στο να αντιμετωπίσει τους περιβαλλοντικούς ψυχοπιεστικούς παράγοντες.
Έχουν προταθεί δύο βασικές δυσλειτουργίες της προσοχής σε άτομα με διάγνωση σχιζοφρένειας.
Η υπερβολική προσοχή, δηλαδή η ανικανότητα του ατόμου να επιλέξει τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα τα οποία θα εστιαστεί και ως συνέπεια «κατακλύζεται» από ερεθίσματα. Αυτή η δυσλειτουργία φαίνεται ότι σχετίζεται με τα λεγόμενα θετικά συμπτώματα και τον τύπο Ι της σχιζοφρένειας.
Η δεύτερη έχει να κάνει με την υπό-προσοχή, και σχετίζεται με τον τύπο ΙΙ της σχιζοφρένειας. Εδώ τα άτομα φαίνεται να δυσκολεύονται να εστιάσουν την προσοχή τους στα εξωτερικά ερεθίσματα και αποσύρονται από αυτά.

Θεραπείες που Εστιάζονται σε Βασικές Γνωστικές Λειτουργίες:  επικεντρώνονται στην  αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας διεργασιών, όπως είναι η προσοχή και η μνήμη, που είναι γνωστό ότι παρουσιάζουν ελλείμματα σε πολλούς ασθενείς με σχιζοφρένεια, αλλά και ότι σχετίζονται με την φτωχή κοινωνική τους προσαρμογή.  
Υπάρχουν στοιχεία ότι η θεραπεία βελτίωσης γνωστικών ικανοτήτων είναι όντως  αποτελεσματική στη μείωση των συμπτωμάτων και στη βελτίωση των γνωστικών ικανοτήτων, αλλά υπάρχουν και αντιφατικά αποτελέσματα.

Γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία: Οι ασθενείς ενθαρρύνονται να ελέγξουν πόσο ρεαλιστικές είναι οι παραληρητικές τους πεποιθήσεις, με τον ίδιο τρόπο όπως και τα άτομα που δεν έχουν σχιζοφρένεια.
Έχει βρεθεί ότι η ΓΣΘ μπορεί επίσης να μειώσει τα αρνητικά συμπτώματα, αμφισβητώντας, για παράδειγμα, πεποιθήσεις που συνδέονται με χαμηλές προσδοκίες επιτυχίας ή με χαμηλές προσδοκίες ευχαρίστησης (ανηδονία)
           
Οικογενειακή προσέγγιση
(α) Εκφρασμένο Συναίσθημα
Γνωρίζουμε ότι υψηλά ποσοστά ΕΣ στην οικογένεια (που περιλαμβάνει εχθρότητα, κριτική και υπερπροστασία) συνδέονται με την επανανοσηλεία ατόμων με διάγνωση σχιζοφρένειας.
Βασισμένοι σε αυτά τα δεδομένα, αναπτύχθηκε μια θεραπεία με στόχο να μειώσει τα επίπεδα του ΕΣ μέσα από γνωστικές και συμπεριφορικές προσεγγίσεις. Η επιτυχία αυτού του προγράμματος ήταν πιο έντονη όσο αφορά τα πρώτα δύο χρόνια μετά τη νοσηλεία, οπότε η διαφορά με την ομάδα ελέγχου μειώθηκε σε μη στατιστικά σημαντική.

(β) επικοινωνιακή παρέκκλιση
Η θεωρία του διπλού δεσμού (Bateson et al., 1956) χαρακτηρίζεται από την επικοινωνία αντιφατικών μηνυμάτων, τα οποία αναφέρονται σε διαφορετικά επίπεδα επικοινωνίας, κάτι που συνεπάγεται ότι η αντίφαση δεν μπορεί να αναγνωριστεί και να μιληθεί.
Με βάση αυτήν την υπόθεση ακολούθησε μια σειρά από έρευνες στο επικοινωνιακό στυλ των οικογενειών, και βρέθηκε ότι η λεκτική επικοινωνία των οικογενειών με ένα μέλος που έχει διάγνωση σχιζοφρένειας είναι ασυνήθιστη, και έχει χαρακτηριστεί ως συγκεχυμένη, αφηρημένη, θρυμματισμένη και ατελής. Σήμερα, αυτό το επικοινωνιακό μοτίβο συχνά περιγράφεται με τον όρο επικοινωνιακή παρέκκλιση.

Κοινωνική τάξη και σχιζοφρένεια
Υπάρχουν πολλά στοιχεία ότι τα υψηλότερα ποσοστά σχιζοφρένειας παρατηρούνται σε ανθρώπους χαμηλότερης κοινωνικοοικονομικής τάξης, που ζουν σε μεγαλουπόλεις. Έρευνες σε διαφορετικές χώρες με δείγμα από το γενικό πληθυσμό έδειξαν ότι τα ποσοστά σχιζοφρένειας ήταν διπλάσια στην πιο χαμηλή κοινωνικοοικονομική τάξη από ό,τι στην αμέσως επόμενη.

Οι συσχετίσεις ανάμεσα στα ποσοστά σχιζοφρένειας και την κοινωνικοοικονομική τάξη είναι σταθερές αλλά είναι δύσκολο να ερμηνευθούν.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το να είναι κανείς μέλος της φτωχότερης τάξης προκαλεί τη σχιζοφρένεια (λόγω των συνθηκών ζωής, του κοινωνικού στρες, της χαμηλής εκτίμησης, κακές βιολογικές συνθήκες).
Η αντίθετη  υπόθεση υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι που εμφανίζουν  σχιζοφρένεια οδηγούνται στη χαμηλότερη κοινωνικοοικονομική τάξη.
Υπάρχουν ερευνητικά στοιχεία που υποστηρίζουν και τις δύο υποθέσεις.


Άλλες ψυχωτικές διαταραχές
Βραχεία ψυχωτική διαταραχή
Το βασικό χαρακτηριστικό είναι η αιφνίδια έναρξη  ψυχωτικού επεισοδίου με διάρκεια τουλάχιστον 1 μέρας και το πολύ 1 μήνα, με επάνοδο στο προνοσηρό επίπεδο λειτουργικότητας.
Προσδιοριστές
(α) Με έντονους στρεσογόνους παράγοντες  (βραχεία αντιδραστική ψύχωση)
(β) Χωρίς έντονους στρεσογόνους παράγοντες 
(γ) Με επιλόχεια έναρξη – σε 4 εβδομάδες μετά τον τοκετό

Σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή
Τα βασικά κριτήρια είναι τα ίδια με αυτά της σχιζοφρένειας. Υπάρχουν δύο διαφορές από τη σχιζοφρένεια:
(α) η πρώτη  έχει να κάνει με την ολική διάρκεια της διαταραχής – είναι τουλάχιστον 1 μήνας αλλά λιγότερο από 6 μήνες, και
(β) δεν απαιτείται κοινωνική και επαγγελματική έκπτωση
Προσδιορίζεται σε συνάρτηση με καλά ή χωρίς καλά  προγνωστικά στοιχεία:
Με καλά στοιχεία: 2 ή περισσότερα από τα παρακάτω:
Έναρξη ψυχωτικών συμπτωμάτων μέσα σε 4 εβδομάδες από την πρώτη παρατηρούμενη αλλαγή στη συνηθισμένη συμπεριφορά ή λειτουργικότητα
Σύγχυση ή αμηχανία κατά την κορύφωση του ψυχωτικού επεισοδίου
Καλή προνοσηρή κοινωνική και επαγγελματική δραστηριότητα
Απουσία διαταραχής στο συναίσθημα

Σχιζοσυναισθηματική διαταραχή
Κάποια άτομα παρουσιάζουν είτε ένα μανιακό είτε ένα μείζον καταθλιπτικό είτε ένα μεικτό επεισόδιο μαζί με τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας.
Επιπλέον, πρέπει να υπάρχουν παραληρητικές ιδέες ή ψευδαισθήσεις τουλάχιστον για 2 εβδομάδες χωρίς τη διαταραχή της διάθεσης, και τα συμπτώματα της διαταραχής της διάθεσης να είναι παρόντα για ικανό χρονικό διάστημα της διαταραχής. Ελάχιστη διάρκεια είναι 1 μήνας.
Καλύτερη πρόγνωση από ό,τι η σχιζοφρένεια. Πιο συχνή από τη σχιζοφρένεια στις γυναίκες.

Παραληρητική διαταραχή
Στην παραληρητική διαταραχή το βασικό, και σε κάποιες περιπτώσεις το μοναδικό, σύμπτωμα είναι ένα σύστημα παραληρητικών ιδεών (για τουλάχιστον 1 μήνα), οι οποίες, σε γενικές γραμμές είναι λιγότερο περίεργες από αυτές που συναντώνται στη σχιζοφρένεια. Αν υπάρχουν   ψευδαισθήσεις δεν προεξάρχουν στην κλινική εικόνα.
Όσο αφορά το περιεχόμενο των παραληρητικών ιδεών, το DSM-IV περιλαμβάνει πέντε τύπους:
         Τύπος μεγαλείου
         Διωκτικός τύπος
         Τύπος ζηλοτυπίας
         Ερωτομανής τύπος 
         Σωματικός τύπος
         Μεικτός τύπος 

Επινεμόμενη ψυχωτική διαταραχή
Η κατάσταση εκείνη στην οποία αναπτύσσεται ένα παραληρητικό σύστημα (όμοιο σε περιεχόμενο με τη πρωτοπαθή περίπτωση) στο πλαίσιο μιας στενής σχέσης με ένα άλλο άτομο ή άτομα με εγκατεστημένες παραληρητικές ιδέες.
Για την πρωτοπαθή περίπτωση η πιο συνηθισμένη διάγνωση είναι σχιζοφρένεια.

Ψυχωτική διαταραχή οφειλόμενη σε γενική ιατρική κατάσταση
Τα συμπτώματα είναι ψευδαισθήσεις ή παραληρητικές ιδέες, που οφείλονται σε κάποια γενική ιατρική κατάσταση (π.χ.  νευρολογικές καταστάσεις, ενδοκρινοπάθειες, μεταβολικές διαταραχές ηλεκτρολυτικές διαταραχές).

Ψυχωτική διαταραχή προκαλούμενη από ουσίες
Ψευδαισθήσεις ή παραληρητικές ιδέες που προκαλούνται από κάποια ουσία κατάχρησης, φάρμακο ή τοξίνη και που το άτομο δεν  αναγνωρίζει ότι προέρχονται από την ουσία.
Ψυχωτική διαταραχή μη-προσδιοριζόμενη αλλιώς
Περιπτώσεις όπου υπάρχει ψυχωτική συμπτωματολογία για την οποία υπάρχει ανεπαρκής πληροφόρηση ή η πληροφόρηση είναι αντιφατική , ή διαταραχές με ψυχωτικά συμπτώματα που δεν πληρούν τα κριτήρια για καμία συγκεκριμένη διαταραχή.
 Department Of Psychology A.U.TH.

Ιστορίες για την γηραιά αρχόντισσα Καλλιθέα

Καλλιθέα είναι πολυπληθές νότιο προάστιο των Αθηνών και δήμος του Νοτίου Τομέα Αθηνών της Περιφέρειας Αττικής. Διαθέτει μόνιμο πληθυσμό 100....